«Στις Άγριες Μέλισσες έχουμε να δούμε πολλά»

Στη συνέντευξή του στο ethnos.gr στοχάζεται το παρελθόν, μιλάει για το παρόν και οραματίζεται τον εαυτό του στο μέλλον.

Υποδύεται για δεύτερη χρονιά τον Γιούγκερμαν στο Θέατρο Πορεία και κρατάει τους τηλεθεατές σε αγωνία σχετικά με τις εξελίξεις του ρόλου του στις «Άγριες μέλισσες»

Ο Γιάννης Στάνκογλου είναι χαρισματικός ηθοποιός. Επιλέγει με σοβαρότητα τους εκάστοτε ρόλους του και τους αναδεικνύει επιτυχώς προσφέροντας μέσω της σκηνικής παρουσίας του είκοσι χρόνια ποιοτικού θεάματος. Διαθέτει το ταλέντο να «βουτάει» μέσα στην εσωτερικότητά του, να βγάζει προς τα έξω τις επεξεργασμένες πτυχές των ρόλων του προκαλώντας αλληλεπιδράσεις συγκίνησης και εγγύτητας με το ευρύ κοινό.

Ξέρει να προσεγγίζει ποικιλοτρόπως τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, πείθοντας ότι είναι πέρα για πέρα αληθινός.

Σε προσωπικό επίπεδο είναι απλός, χαμηλών τόνων, ειλικρινής και δεν κρύβεται πίσω από το δάχτυλό του όταν θέλει να εκφράσει ανοιχτά τις απόψεις του. Στη συνέντευξή του ο Γιάννης Στάνκογλου στο ethnos.gr στοχάζεται το παρελθόν, μιλάει για το παρόν και οραματίζεται τον εαυτό του στο μέλλον. Υποδύεται για δεύτερη χρονιά τον Γιούγκερμαν στο Θέατρο Πορεία και κρατά τους τηλεθεατές σε αγωνία σχετικά με τις εξελίξεις του ρόλου του στις «Άγριες μέλισσες».

Πότε καταλάβατε ότι ο χώρος του θεάτρου θα είναι το περιβάλλον του επαγγελματικού σας μέλλοντος;

Γεννήθηκα στον Περισσό με καταγωγή από την Ορεστιάδα του Έβρου. Μικρός είχα άλλα σχέδια στο μυαλό μου να κάνω. Ποτέ δεν ήμουν από αυτούς που εξαρχής ήθελαν να γίνουν ηθοποιοί. Ήθελα να γίνω γεωπόνος. Οι γονείς μου με είχαν φέρει σε επαφή με τους θρακιώτικους χορούς. Μεταξύ 8 με 14 ετών κάναμε διάφορα καλλιτεχνικά δρώμενα – ανάμεσά τους και θέατρο. Είχαμε ανεβάσει, μάλιστα, την παράσταση «Ανέβα στη στέγη να φάμε το σύννεφο» του Γιάννη Ξανθούλη, ο οποίος, επίσης, κατάγεται από τον Έβρο και ανέλαβα έναν πολύ μικρό ρόλο. Με τα χρόνια, όμως, ξεχάστηκα. Δεν ήμουν σίγουρος τι ακριβώς ήθελα να κάνω. Ξεκίνησα να διαβάζω βιβλία και κάποια στιγμή, κάνοντας παρέα με ηθοποιούς, με γοήτευσε ο χώρος τόσο πολύ, ώστε αποφάσισα να δώσω εξετάσεις. Αυτά τα τρία χρόνια του αυτοσχεδιασμού ήταν μια πορεία που μου άρεσε. Νιώθω τυχερός και πολύ συχνά ευτυχισμένος που κάνω το επάγγελμα που μου αρέσει, θέλω όμως να κάνω περισσότερα πράγματα.

Τα οποία είναι;

Πολλά κλασικά έργα και άλλες τραγωδίες. Θέλω να κάνω Σαίξπηρ. Μου αρέσει το θέατρο, ο κινηματογράφος και η τηλεόραση όταν αυτά γίνονται με ωραίο τρόπο. Δεν είναι εύκολος ο χώρος του θεάματος. Μετράω 20 χρόνια παρουσίας χωρίς «εκπτώσεις», γιατί επιλέγω να κάνω αυτά που με αντιπροσωπεύουν. Μέχρι τώρα έχω καταφέρει αρκετά. Ελπίζω στο μέλλον να κάνω και τα υπόλοιπα που επιθυμώ.

Ο Γιώργος Χειμωνάς το 1982 είχε πει ότι «σκοπός της Τέχνης είναι για να παίρνει στα χέρια της το ανεκπλήρωτο όραμα του ανθρώπου. Μια φυσική ίσως αθλιότητα που δεν είναι απλά κοινωνική ή περιπτωσιακή, αλλά είναι και κάτι άλλο πιο οριστικά αδικημένο. Είναι για να παίρνει στα χέρια της την αθεράπευτη στέρηση του ανθρώπου, να την δουλεύει, να την επιστρέφει στους ανθρώπους και να την παραδίδει μέσα σε μια λαμπερή φαντασμαγορία, τεντωμένη μέσα από ένα δίκαιο και συγκινητικό μεγαλείο, μέσα σε μια απέραντη ευφορία» (Μονόγραμμα, από το Αρχείο της ΕΡΤ). Συμφωνείτε;
Ο Χειμωνάς είναι ένας άνθρωπος που είχα την τύχη να συναντήσω μια φορά στη ζωή μου και να ανταλλάξουμε δύο κουβέντες. Έχω διαβάσει όλο του το έργο ακόμα και τα πιο ψυχο-αναλυτικά του κείμενα. Συμφωνώ απόλυτα με όλα όσα είπε περί Τέχνης. Είναι τόσο περιεκτικός ο λόγος του που φτάνει μέχρι το κόκκαλο. Δεν έχω να προσθέσω κάτι στα λεγόμενά του γιατί με εκφράζουν απόλυτα. Μέσα σε τρεις προτάσεις τα είπε όλα.

Για δεύτερη συνεχή χρονιά υποδύεστε τον Γιούγκερμαν του Μ. Καραγάτση. Είναι μια παράσταση με πολλά sold out και χειροκροτήματα θαυμασμού από το κοινό σας. Πόσο δύσκολο επιχείρημα είναι για έναν ηθοποιό να λειτουργεί επί σκηνής σε μία τόσο μεγάλης διάρκειας θεατρική παράσταση;
Ο «Γιούγκερμαν» είναι μια πολύ γλυκιά τρίωρη παράσταση και βλέπω πως ο κόσμος την παρακολουθεί χωρίς να κουράζεται. Ως άνθρωπος είμαι αρκετά γκρινιάρης και πριν ξεκινήσει η παράσταση λέω «ωχ, τώρα πάλι τρίωρο». Με το που πατάω όμως το πόδι μου στο σανίδι όλα ξεχνιούνται και αρχίζει το ταξίδι. Δεν είναι εύκολο να είσαι συγκεντρωμένος τρεις ώρες με το μυαλό, με την ψυχή, με το σώμα, με τα νεύρα σου και να είσαι εκεί. Βλέποντας το κοινό με πόση προσοχή παρακολουθεί κάθε εξέλιξη και την αγκαλιά του στο τέλος κυριολεκτικά είναι το ξύπνημα που μου δίνει τη δύναμη να συνεχίσω.

Είναι το θέατρο μια άτυπη μορφή «εξουσίας»; Θεωρείτε ότι διαθέτει ισχυρή δύναμη ώστε να επηρεάζει υποσυνείδητα την ψυχοσύνθεση του κοινού διαμέσου της έκφρασης;
Νομίζω πως ναι, όπως είναι και κάθε άλλη μορφή Τέχνης. Είναι σημαντικό να μπορείς να επηρεάσεις υποσυνείδητα τον θεατή. Όταν έχει τα αυτιά, τα μάτια και την ενέργεια του «ανοιχτή», ό,τι είναι να πάρει θα το πάρει και θα το μετατρέψει σε καλό. Από αυτήν την άποψη το θέατρο μπορεί να κατέχει ένα μέρος «εξουσίας» έτσι όπως το θέσατε. Από την άλλη μεριά, το θέατρο είναι ομαδική δουλειά. Δεν μπορεί να υπάρξει ο πρωταγωνιστής αν δεν υφίσταται ο δεύτερος ή ο τρίτος. Γενικά, όλοι οι χαρακτήρες με τους οποίους επικοινωνεί. Εκεί θολώνει αυτό που λέμε εξουσία τουλάχιστον για όλους εμάς που είμαστε μέσα στον πυρήνα του θεάτρου.

Και οι πολιτικοί της εποχής μας ασκούν εξουσία δια μέσω της έκφρασης επηρεάζοντας συνειδητά το κοινό τους. Σχετίζεται το θέατρο με την πολιτική;
Νομίζω ότι οι πολιτικοί μάς έχουν ξεπεράσει κατά πολύ. Μάλλον κάνουν πολύ καλύτερα τη δική μας δουλειά και έχουν εξελιχθεί καλύτεροι ηθοποιοί από εμάς.(Γέλιο) Εμείς κάνουμε αληθινό θέατρο για το κοινό το οποίο θα πάρει πράγματα ή δεν θα πάρει. Δεν έχουμε να χάσουμε κάτι αν κάνουμε μια κακή ή ακραία παράσταση. Οι πολιτικοί όμως αν δεν πάρουν τις σωστές αποφάσεις, αν δεν αντιμετωπίσουν τον λαό έτσι όπως πρέπει δυστυχώς χάνουν το παιχνίδι γιατί εκείνοι κρατάνε στα χέρια τους κατά κάποιον τρόπο το μέλλον και τις ζωές μας. Πρέπει λοιπόν να γίνουν ακόμα καλύτεροι και να λένε περισσότερες αλήθειες.

Ο αγαπημένος σας Αρθούρος Ρεμπό, ο επαναστάτης καλλιτέχνης-ποιητής, το 1873 έγραψε: «Κι είμαστε ακόμα ζωντανοί! Αργότερα, οι απολαύσεις της καταδίκης θα γίνουν βαθύτερες. Ένα έγκλημα γρήγορο θα μου επέτρεπε την ανυπαρξία με το γράμμα του νόμου των ανθρώπων». Θα μπορούσαμε να παραλληλίσουμε τα λεγόμενά του με την κατάσταση που επικρατεί στη Συρία;
Συνειρμικά ναι. Ο Ρεμπό είναι μεγάλος και διαχρονικός ποιητής. Επισκέφτηκα τη Συρία δύο χρόνια πριν ξεκινήσει ο πόλεμος. Είδα τον πολιτισμό της, είδα πόσο όμορφη χώρα ήταν και πόσο όμορφους ανθρώπους είχε. Δυστυχώς, επειδή θέλουν να είναι αυτόνομοι, κάποιοι δεν τους το επιτρέπουν. Μην ξεχνάμε ότι η Συρία από τότε που υπήρχε σαν κράτος είχε ανοιχτά σύνορα για όλους και πάντα βοηθούσε και αγκάλιαζε. Τώρα τους κάνουν πόλεμο και αυτό είναι βρώμικο και απαράδεκτο. Διαβάζω για μικρά παιδιά ακρωτηριασμένα, για παιδιά που χάνουν γονείς, αμάχους να χάνουν άδικα τη ζωή τους και με κάνουν να πω ότι τον πόλεμο και τη βία θα έπρεπε με κάποιο τρόπο να τα είχε λύσει η ανθρωπότητα. Βλέπουμε μεγάλα κράτη όπως είναι η Αμερική, η Ρωσία, η Τουρκία, η Ευρωπαϊκή Ένωση να μη κάνουν τίποτα. Παίζονται παιχνίδια και εμείς είμαστε μάλλον τα φτωχά πιόνια που δεν καταλαβαίνουμε. Κατά βάθος αντιλαμβανόμαστε αλλά τελικά ο άνθρωπος δεν μαθαίνει από τα λάθη του.

Το 2016 κερδίσατε το 1ο Βραβείο Ανδρικού Ρόλου στο Φεστιβάλ της Φλωρεντίας (ταινία «Invisible») και το 2019 πήρατε το 2ο Βραβείο Ανδρικού Ρόλου της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (ταινία Τhe Waiter). Νιώσατε ότι αυτές οι διακρίσεις ανεβάζουν τον πήχη;
Προσφέρει μεγάλη χαρά ένα βραβείο από ανθρώπους που δεν είναι Έλληνες. Μιλάω για το «Invisible» το οποίο έχει πάρει και άλλο ένα βραβείο στο Δουβλίνο. Δεν αλλάζει όμως κάτι. Απλά σε κάνει να χαίρεσαι γιατί αυτό που έκανες αναγνωρίζεται και από κάποιους άλλους εκτός συνόρων και σου δίνει δύναμη να συνεχίσεις.

Τι θυμάστε από το «Τανγκό των Χριστουγέννων», την κινηματογραφική ταινία που συμμετείχατε και σημείωσε επίσης μεγάλη επιτυχία.
Θα σας πω. Συνάντησα τον Νίκο Κουτελιδάκη, τον σκηνοθέτη, τυχαία στο Κολωνάκι. Δεν τον γνώριζα και μέσω ενός φίλου πιάσαμε κουβέντα. Μιλούσαμε για τον κινηματογράφο και κάποια στιγμή μου εκμυστηρεύτηκε το σενάριο και την ιδέα που είχε για το βιβλίο του Γιάννη Ξανθούλη «Το ταγκό των Χριστουγέννων». Μου είπε την ιστορία, την ανέλυσε και μου άρεσε πάρα πολύ. Μου είπε επίσης ότι είχε κλείσει ηθοποιούς. Εγώ πήρα το βιβλίο, το διάβασα ένα Πάσχα στο Πήλιο και τρελάθηκα! Τον πήρα αμέσως τηλέφωνο και του είπα: «Νίκο, τον ρόλο αυτόν θα τον κάνω εγώ ο κόσμος να χαλάσει. Κάνε μου casting, κάνε μου οντισιόν, κάνε ότι θες αλλά αυτόν τον ρόλο θέλω να τον παίξω εγώ». Ο Νίκος είδε το πάθος μου, με εμπιστεύτηκε και βγήκε μία πολύ ωραία ταινία πού ακούμπησε τον κόσμο. Ακόμα μιλούν πολλοί για αυτήν την ταινία.

10_foto_royla_moniaki_1.jpg
Φωτογραφία από το σίριαλ «Άγριες μέλισσες» – photo: Ρούλα Μονιάκη
Τώρα συμμετέχετε στη σειρά «Άγριες μέλισσες» που έχει κερδίσει την αγάπη του τηλεοπτικού κοινού. Γιατί την επιλέξατε;
Το σενάριο με ιντριγκάρισε. Πρόκειται για ένα φόνο τον οποίο εμείς οι θεατές ξέρουμε ποιος τον έκανε. Η ιστορία μπλέκεται πάνω σε αυτόν και αρχίζει να ξεδιπλώνεται ένα μεγάλο κουβάρι. Ρώτησα τον σκηνοθέτη Λευτέρη Χαρίτο ποιοι συμμετέχουν και όταν μου είπε δεν μπόρεσα να πω όχι γιατί είναι άνθρωποι που έχω συνεργαστεί μαζί τους, κάποιους τους έχω δει και στο θέατρο. Οι περισσότεροι είναι καινούργια πρόσωπα, φρέσκοι ηθοποιοί που δεν έχουν κάνει πολύ τηλεόραση και μπορώ να τους εμπιστευτώ και να ταξιδέψω μαζί τους. Αυτός ήταν ένας από τους πρώτους λόγους που είπα ναι σε αυτή τη σειρά. Είναι πολύ ωραίο και σαν σενάριο αλλά και σαν ιδέα.

Επιστροφή στην ποιότητα;
Ας το ελπίσουμε. Η τηλεόραση είναι πολύ εύκολο μέσο γιατί είναι διαθέσιμη μέσα σε κάθε σπίτι ανά πάσα στιγμή. Είναι όμορφο να προβάλλει ποιοτικές, διαχρονικές δουλειές με ουσία που έχουν κάτι να πουν στο κοινό. Θεωρώ, όμως, ότι πρέπει να είναι διαφορετική. Θα ήθελα να γίνει πιο εκπαιδευτική και πιο ουσιαστική. Να έχει θέματα που να προέρχονται από τέχνη και βιβλία. Έχουμε τόσους μεγάλους συγγραφείς στην Ελλάδα, παλιούς και νεότερους και θα μπορούσαμε να κάνουμε όμορφα σίριαλ εποχής αλλά και πιο σύγχρονα. Δεν μου αρέσουν τα «εύκολα» γι αυτό απείχα χρόνια από την τηλεόραση. Θέλω τα δύσκολα.

Κατά τη γνώμη σας, τι διαφορετικό προσφέρει στους τηλεθεατές η σειρά «Άγριες μέλισσες» και είναι τόσο δημοφιλής;
Κατ’ αρχάς, έχει σασπένς και αυτό αρέσει στους θεατές. Τους δίνει κάτι τώρα, ύστερα τους δίνει κάτι παραπάνω και μετά κάτι άλλο. Τους μπερδεύει, αλλά τελικά τους δίνει τη λύση. Δεύτερον, είναι μια σειρά εποχής. Προσωπικά με γοήτευαν πάντα οι σειρές εποχής. Έχει τη μαγεία του να πηγαίνεις πίσω στον χρόνο. Πιστεύω ότι η έλξη του κοινού έχει να κάνει με τους ηθοποιούς, με τη σκηνοθεσία, με τα φώτα, με τη μουσική, με τα σκηνικά, με τα κοστούμια, γενικά όλα είναι προσεγμένα σε κάθε τους λεπτομέρεια.

Τι κρύβει ο ρόλος σας και πόσο ανατρεπτικός θα είναι βάσει σεναρίου;
Επειδή οι «Άγριες μέλισσες» είναι μια καθημερινή σειρά και τα σενάρια γράφονται όσο εμείς κάνουμε γυρίσματα δεν ξέρουμε τι θα συμβεί στο επόμενο επεισόδιο. Αυτό που ξέρω για το ρόλο μου είναι ότι καλούμαι να υποδυθώ έναν δισυπόστατο έως τρισυπόστατο άνθρωπο ο οποίος έχει ένα «παρελθόν». Αυτό, βέβαια, δεν θα σας το αποκαλύψω τώρα γιατί θα το παρουσιάσει σιγά σιγά η σειρά. Θα σας πω, όμως, ότι αυτός ο χαρακτήρας που υποδύομαι με γοήτευσε γιατί είναι ο ξένος που αλλάζει μέσα από τη ζωή και από τις συνθήκες με όσα ζει στο χωριό. Έχουμε να δούμε πολλά.

Στην επαγγελματική σας ζωή στηρίζετε γερά τα πόδια σας στη γη λειτουργώντας με απόλυτη πειθαρχία. Στην προσωπική σας επίσης. Στον ελεύθερο σας χρόνο όμως διασκεδάζετε κάνοντας ελεύθερες πτώσεις από τα 12.000 πόδια. Συνδέονται αυτά μεταξύ τους;
Η ελεύθερη πτώση με έχει βοηθήσει πολύ στη δουλειά μου γιατί ξεπέρασα με άλλο τρόπο φοβίες που είχα. Πάντα θέλω να κάνω το ένα βήμα παραπάνω για να εκτονώνομαι, να καθαρίζω την ψυχή μου. Το ίδιο συμβαίνει με τη θάλασσα, με τα παιδιά μου, με τη μουσική ή όταν βγω έξω να πιω δύο ποτά με φίλους και να ρίξω και ένα χορό. Αυτά με αποσυμπιέζουν. Με αδειάζουν.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδια που έχετε;
Στις 28 Νοεμβρίου θα βγει η ταινία «Φαντασία» του Αλέξη Καρδαρά με τον Στέλιο Μάινα, τη Ρένα Μόρφη και αρκετούς άλλους αξιόλογους ηθοποιούς. Είναι μία ταινία που αναφέρεται στη δεκαετία του ’90 στα μπουζούκια κι εγώ υποδύομαι έναν λαϊκό-ποπ τραγουδιστή που ερωτεύεται την πρωταγωνίστρια. Εκεί έχουμε χαρές και δράματα. Επίσης το καλοκαίρι ετοιμάζω μια παράσταση αρχαίου δράματος που θα είναι πολύ δυνατή.

Μια αγαπημένη σας φράση;
Να πέφτεις 9 και να σηκώνεσαι 10 εδώ και χρόνια. Πάντα στην αγρυπνία. (Γέλια). Αστειεύομαι. Θα σας πω μια φράση του Αρθούρου Ρεμπώ που ξεχωρίζω μέσα από το έργο του: «Τη ζωή αξίζει να τη ζεις αν έχεις κάτι για το οποίο αξίζει να πεθάνεις».