Πύρινη κόλαση για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά στη Δαδιά

Ανυπολόγιστη είναι η περιβαλλοντική καταστροφή που συντελείται για δεύτερη συνεχή χρονιά στο Εθνικό Πάρκο Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου, όπου η φωτιά απειλεί να αποτελειώσει φέτος ό,τι κατάφερε να διασωθεί πέρυσι ύστερα από την πυρκαγιά που κατέστρεφε επί πάνω από μία εβδομάδα ένα σημαντικό θησαυρό βιοποικιλότητας για όλα τα Βαλκάνια.

Οπως επισημαίνουν στο ethnos.gr στελέχη της Δασικής Υπηρεσίας Εβρου, αλλά και η δασολόγος και διαχειρίστρια της Εταιρείας Προστασίασ Βιοποικιλότητας Θράκης, Δώρα Σκαρτσή, η πυρκαγιά ήδη από το απόγευμα της Δευτέρας είχε περάσει και κατέκαιγε τον πυρήνα του προστατευόμενου δάσους, όπου φωλιάζουν τα ελάχιστα ζεύγη του σπάνιου μαυρόγυπα και άλλων αρπακτικών.

Η ζώνη Α του δάσους βρισκόταν χθες το βράδυ σε μία κόλαση φωτιάς ξυπνώντας τις μνήμες του Ιουλίου του 2022 όταν εξαιτίας της φωτιάς αποτεφρώθηκαν πάνω από 45.400 στρέμματα, αλλά είχε καταφέρει να διασωθεί ο πυρήνας, ο οποίος φέτος παραδόθηκε στις φλόγες με τις πυροσβεστικές δυνάμεις να αδυνατούν να θέσουν υπό έλεγχο τη φωτιά εξαιτίας της σφοδρότητας των ανέμων, αλλά και των πολλαπλών μετώπων σε όλη την Ελλάδα.

Τo Εθνικό Πάρκο Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου είναι από τις παλαιότερες προστατευόμενες περιοχές στην Ελλάδα και φιλοξενεί 3 από τα συνολικά 4 είδη γύπα της Ευρώπης. Επιπλέον φιλοξενεί και τον μοναδικό αναπαραγόμενο πληθυσμό μαυρόγυπα σε ολόκληρη τη βαλκανική χερσόνησο (30 – 35 ζευγάρια)! Αποτελεί επίσης ένα από τα λίγα καταφύγια και άλλων σπάνιων αρπακτικών πουλιών, όπως ο θαλασσαετός, ο βασιλαετός και ο κραυγαετός που αναπαράγονται στα δάση της περιοχής, ενώ στο Πάρκο απαντώνται ακόμα 205 είδη πουλιών, μια εξαιρετικά υψηλή ποικιλία ειδών αμφιβίων και ερπετών, καθώς και μια τεράστια πληθώρα μικρών και μεγάλων θηλαστικών: από λύκους και ζαρκάδια, μέχρι σκίουρους και 24 είδη νυχτερίδων.

Παρόλα αυτά ένα χρόνο μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 2022 και την ασύλληπτη οικολογική καταστροφή, το δασαρχείο Σουφλίου, στο οποίο υπάγεται το Εθνικό Πάρκο παραμένει χωρίς δασολόγο απασχολώντας 4 δασοπόνους με μέση ηλικία τα 60 έτη.

Την ίδια στιγμή οι περίπου 80 υλοτόμοι που εργάστηκαν πέρυσι για την κοπή των καμμένων δέντρων και τον καθαρισμό του πάρκου παραμένουν απλήρωτοι, ένα χρόνο μετά, καθώς επί δώδεκα μήνες δε βρίσκεται …φόρμουλα για να τους διατεθεί από το Πράσινο Ταμείο το συνολικό ποσό των περίπου 50.000 ευρώ που πρέπει να λάβουν. Και όμως πολλοί απ΄αυτούς κλήθηκαν και φέτος προκειμένου να βοηθήσουν στην κατάσβεση της φωτιάς.

Η πυρκαγιά που καίει το Εθνικό Πάρκο της Δαδιάς από χθες βρήκε ένα δάσος «στεγνό», όπως περιγράφει η κυρία Σκαρτσή προσθέτοντας ότι η ξηρασία ήταν απίστευτη, ενώ δεν είχε χιονίσει και δεν είχε βρέξει σχεδόν καθόλου. Επιπλέον ο βαθμός επικινδυνότητας φαίνεται να αυξάνεται και από έναν ακομα παράγοντα: αυτόν της ανεξέλεγκτης ροής μεταναστών: «Οσο κι αν τηρούν οι κάτοικοι τα απαγορευτικά και τα μέτρα προστασίας, υπάρχει ανεξέλεγκτος αριθμός μεταναστών και διακινητών που κρύβονται καθημερινά στο δάσος. Είναι προφανές από τα σκουπίδια που υπάρχουν. Οι πυροσβέστες που κλήθηκαν για μια εστία μέσα στην περσινή καμμένη έκταση, βρήκαν κονσέρβες. Ανησυχούμε πως κάποιες από τις φωτιές ίσως ξεκινούν απο ανθρώπους που κρύβονται στο δάσος, όχι επίτηδες αλλά για να καλύψουν τις ανάγκες τους», επισημαίνει.

Την ίδια στιγμή οι μετεωρολογικές συνθήκες προκαλούν απόγνωση: «Η βλάστηση είναι συνεχόμενη. Δε διακόπτεται από κάτι ώστε να σταματήσει η φωτιά αν και με αυτόν τον αέρα οι ελπίδες είναι λίγες. Εδώ οι φλόγες πήδηξαν τόσες φορές ολόκληρη Εγνατία Οδό», λέει.

Στο μεγάλο αριθμό μεταναστών που βρίσκεται καθημερινά μέσα στο προστατευόμενο δάσος αναφέρεται και ο διευθυντής Δασών Εβρου, Πέτρος Ανθόπουλος σημειώνοντας ότι για το λόγο αυτό υπήρχε εξαρχής έντονη ανησυχία μήπως έχουν εγκλωβιστει και άλλοι ανθρωποι στις φλόγες εκτός από τον νεκρό άνδρα που εντοπίστηκε στην περιοχή της Λευκίμμης.

Η Δαδιά ένα χρόνο μετά την προηγούμενη πυρκαγιά

Με καθυστέρηση ξεκίνησαν τα αντιδιαβρωτικά έργα ύστερα από την μεγάλη πυρκαγιά στο δάσος της Δαδιάς το 2022, τα οποία βρίσκονται ακόμα σε εξέλιξη, ενώ ολοκληρώθηκε – όπως είχε ανακοινωθεί – η χαρτογράφηση της καμμένης έκτασης και άμεσα κηρύχθηκαν αναδασωτέες.

Ωστόσο στο Δασαρχείο Σουφλίου εξακολουθεί να μην υπάρχει ακόμα και τώρα δασολόγος, όπως επισημαίνει ο κ. Ανθόπουλος, ο οποίος προσθέτει ότι και οι υλοτόμοι που απασχολήθηκαν αναμένουν ακόμα να πληρωθούν ένα χρόνο μετά.

Αναφορικά με το Παρατηρητήριο των αρπακτικών, έχει ολοκληρωθεί η μελέτη ενώ αναμένεται η αποκατάστασή του, η οποία θα προχωρήσει με τη χρηματοδότηση της ΔΕΗ.

Παρά τις υποσχέσεις, το μόνιμο προσωπικό δεν ενισχύθηκε και σε ολόκληρο τον νομό Εβρου προστέθηκαν μόνο 7 – 8 άτομα επιστημονικού προσωπικού μέσω του προγράμματος κοινωφελούς εργασίας, αρκετοί εκ των οποίων όμως είχαν χάσει την επαφή με την ειδικότητα για πολλά χρόνια.

Υπενθυμίζεται ότι τα μέτρα που είχε ανακοινώσει το υπουργείο Περιβάλλοντος για τη Δαδιά πέρυσι ήταν τα εξής:

Χαρτογράφηση και αποτίμηση αλλαγών στο φυσικό κεφάλαιο και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες.
Καταγραφή σφοδρότητας πυρκαγιάς σε επίπεδο ατόμου (δένδρου), με εικόνες πολύ υψηλής ευκρίνειας.

Πρόσληψη έκτακτου προσωπικού (ορνιθολόγων και δασολόγων) για την υποστήριξη της τοπικής Μονάδας Διαχείρισης και των υπόλοιπων τοπικών υπηρεσιών.

Περίθαλψη άγριων ζώων σε συνεχή συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς και ΜΚΟ.

Αποκατάσταση του παρατηρητηρίου αρπακτικών καθώς και της ταϊστρας των πτωματοφάγων που καταστράφηκαν από την πυρκαγιά.

Οριοθέτηση, βάσει κινδύνου πλημμύρας, των περιοχών οι οποίες θα πρέπει να υλοτομηθούν άμεσα για να γίνουν, εάν χρειαστεί, αντιδιαβρωτικά και αντιπλημμυρικά έργα.

Αξιολόγηση, με βάση την οικολογική αποτίμηση, του κατά πόσο υπάρχει ανάγκη αναθεώρησης του διαχειριστικού σχεδίου του Εθνικού Πάρκου για τις περιοχές που δεν έχουν καεί.

Θα προβλεφθεί για την άνοιξη του 2023 επανάληψη της απογραφής των πληθυσμών των αρπακτικών πουλιών που είχε γίνει το 2020, έτσι ώστε να αποτυπωθεί πως έχει επηρεαστεί η κατανομή και ο αριθμός των επικρατειών στο Εθνικό Πάρκο.

Κατάρτιση μακροπρόθεσμου σχεδίου συστηματικής παρακολούθησης του προστατευτέου αντικειμένου στην πληγείσα περιοχή με ορίζοντα 15 ετών κατ’ ελάχιστο, για την διαχρονική αποτύπωση των επιπτώσεων και της πορείας της αποκατάστασης.